Ο  Mάρτης  Μου

Της Μαριάννας Συσκάκη

Κοιλάδα των Τεμπών.

Κοιλάδα των Ψυχών.

Ο επίλογος…

Τόσο νωρίς. Τόσο βίαια.

Ένα κλειδί που δεν γύρισε

ποτέ στη σωστή θέση, ΄

ένα σάπιο σύστημα

που ξέρασε πάνω μου

φωτιά και ατσάλι,

μια σκοτεινή συνωμοσία της μοίρας,

έκοψαν πρόωρα το νήμα της ζωής μου.

Η  Άνοιξη με περίμενε πιο πέρα.

Δεν τη συνάντησα ποτέ.

Στην τσέπη το «μαρτάκι»

που μου ‘δωσε η μάνα μου.

«Βάλτο, να μη σε κάψει

ο ήλιος του Μάρτη…».

Κάηκα, μάνα.

Ο  Μάρτης δεν με πρόλαβε.

Άλλοι είναι οι φταίχτες.

Εξαϋλωμένος πια,

απαλλαγμένος απ’ τις γήινες έγνοιες μου,

μάταια αναζητώ την ουράνια γαλήνη.

Ανεύθυνοι-υπεύθυνοι διασταυρώνουν

τα σκουριασμένα ξίφη τους.

Ιαχές πολέμου, προάγγελοι μια μάχης

που άργησε πολύ,

για όλα τα αυτονόητα,

μα τόσο σπάνια

σε αυτόν τον τόπο.

Τα τύμπανα του Άδη τρομάζουν την ψυχή μου,

που  δεν ζητά πια τίποτα άλλο

παρά μονάχα μια δικαίωση

και μιαν ελπίδα για ένα αύριο που δεν με άφησαν να ζήσω…